λουσάτιος

λουσάτιος
και λαουζίτσιος, -α, -ο
φρ. «λουσάτια βαθμίδα» ή «λαουζίτσια βαθμίδα»
ανθρωπολ. βαθμίδα προϊστορικού πολιτισμού, λείψανα τού οποίου ανακαλύφθηκαν στην περιοχή τής Λουσατίας ή Λάουζιτς τής Ανατολικής Γερμανίας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”